Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαλλακτής
διαλλακτικός
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλληλος
διάλλομαι
διαλογή
διαλογίζομαι
διαλογικός
διαλογισμός
διαλογιστέον
διαλογιστικός
διάλογος
διαλοιδορέομαι
διαλοιδόρησις
διαλοξεύω
διάλοξος
δίαλσις
διαλυγίζω
διαλυμαίνομαι
διαλυπέω
View word page
διαλογιστέον
one must calculate
ShortDef
one must calculate
Debugging
Headword:
διαλογιστέον
Headword (normalized):
διαλογιστέον
Headword (normalized/stripped):
διαλογιστεον
Intro Text:
one must calculate
IDX:
21379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21380
Key:
Senses and Citations (From Data)
Citations (From Models)
No citations.
Data
{ "content": "one must calculate" }