Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαλλακτήρ
διαλλακτήριος
διαλλακτής
διαλλακτικός
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλληλος
διάλλομαι
διαλογή
διαλογίζομαι
διαλογικός
διαλογισμός
διαλογιστέον
διαλογιστικός
διάλογος
διαλοιδορέομαι
διαλοιδόρησις
διαλοξεύω
διάλοξος
δίαλσις
διαλυγίζω
View word page
διαλογικός
belonging to dialogue
ShortDef
belonging to dialogue
Debugging
Headword:
διαλογικός
Headword (normalized):
διαλογικός
Headword (normalized/stripped):
διαλογικος
Intro Text:
belonging to dialogue
IDX:
21377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21378
Key:
Senses and Citations (From Data)
Citations (From Models)
No citations.
Data
{ "content": "belonging to dialogue" }