Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαληπτικός
διαληπτός
διαληρέω
διάληψις
διάλιθος
διαλιμπάνω
διαλινάω
Διάλιος
διαλλαγή
διάλλαγμα
διαλλακτήρ
διαλλακτήριος
διαλλακτής
διαλλακτικός
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλληλος
διάλλομαι
διαλογή
διαλογίζομαι
διαλογικός
View word page
διαλλακτήρ
a mediator

ShortDef

a mediator

Debugging

Headword:
διαλλακτήρ
Headword (normalized):
διαλλακτήρ
Headword (normalized/stripped):
διαλλακτηρ
IDX:
21367
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21368
Key:

Data

{'content': 'a mediator'}