Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαλαλία
διαλαμβάνω
διαλαμπής
διάλαμπρος
διαλαμπρύνω
διαλάμπω
διάλαμψις
διαλανθάνω
διάλαυρος
διαλαφύσσω
διαλαχαίνω
διαλγής
διαλεαίνω
διαλέγομαι
διαλέγω
διάλειμμα
διαλειπτόν
διαλείπω
διαλείφω
διαλείχω
διάλειψις
View word page
διαλαχαίνω
cut asunder as with a plough
ShortDef
cut asunder as with a plough
Debugging
Headword:
διαλαχαίνω
Headword (normalized):
διαλαχαίνω
Headword (normalized/stripped):
διαλαχαινω
IDX:
21327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21328
Key:
Data
{'content': 'cut asunder as with a plough'}