Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διακυμαίνω
διακυνοφθαλμίζομαι
διακύπτω
διακυρίττεσθαι
διακυρόω
διακωδωνίζω
διακώλυμα
διακώλυσις
διακωλυτέον
διακωλυτέος
διακωλυτής
διακωλυτικός
διακωλύω
διακωμῳδέω
διακωνέω
διαλαβή
διαλαγχάνω
διαλαιμοτομέομαι
διαλακέω
διαλακτίζω
διαλαλέω
View word page
διακωλυτής
a hinderer

ShortDef

a hinderer

Debugging

Headword:
διακωλυτής
Headword (normalized):
διακωλυτής
Headword (normalized/stripped):
διακωλυτης
IDX:
21305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21306
Key:

Data

{'content': 'a hinderer'}