Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διακρίνω
Διάκριοι
διάκρισις
διακριτέον
διακριτέος
διακριτής
διακριτικός
διακριτικότης
Διάκριτος
διάκριτος
διακροβολίζομαι
διακροβολισμός
διάκροκος
διακροτέω
διάκρουσις
διακρουστικός
διακρούω
διακρύπτω
διακτενίζω
διακτέον
διακτορία
View word page
διακροβολίζομαι
skirmish
ShortDef
skirmish
Debugging
Headword:
διακροβολίζομαι
Headword (normalized):
διακροβολίζομαι
Headword (normalized/stripped):
διακροβολιζομαι
IDX:
21277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21278
Key:
Data
{'content': 'skirmish'}