Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διακοσμητικός
διάκοσμος
διακουστής
διακουφίζω
διακούω
διακραδαίνω
διακράζω
διακρατέω
διακράτημα
διακράτησις
διακρατητέον
διακρατητικός
διακρατυντικός
Διακρεῖς
διακρέκω
διακρηνόω
διακριβεία
διακριβολογέομαι
διακριβόω
διακρίβωσις
διακριβωτέον
View word page
διακρατητέον
one must hold fast

ShortDef

one must hold fast

Debugging

Headword:
διακρατητέον
Headword (normalized):
διακρατητέον
Headword (normalized/stripped):
διακρατητεον
IDX:
21253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21254
Key:

Data

{'content': 'one must hold fast'}