Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διακόσιοι
διακοσιοκαιτεσσαρακοντάχους
διακοσιοντάκις
διακοσιοντάχους
διακοσιοστός
διακοσκινεύω
διακοσμέω
διακόσμησις
διακοσμητικός
διάκοσμος
διακουστής
διακουφίζω
διακούω
διακραδαίνω
διακράζω
διακρατέω
διακράτημα
διακράτησις
διακρατητέον
διακρατητικός
διακρατυντικός
View word page
διακουστής
hearer
ShortDef
hearer
Debugging
Headword:
διακουστής
Headword (normalized):
διακουστής
Headword (normalized/stripped):
διακουστης
IDX:
21245
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21246
Key:
Data
{'content': 'hearer'}