Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διακναίω
διακνίζω
διακοιλαίνω
διάκοιλος
διακοινοποιέω
διακολακεύομαι
διακολάπτω
διακολλάω
διακόλλημα
διακόλλησις
διακολυμβάω
διακομιδή
διακομίζω
διάκομμα
διακομπάζω
διακονέω
διακόνημα
διακόνησις
διακονητικός
διακονία
διακονικός
View word page
διακολυμβάω
dive and swim across

ShortDef

dive and swim across

Debugging

Headword:
διακολυμβάω
Headword (normalized):
διακολυμβάω
Headword (normalized/stripped):
διακολυμβαω
IDX:
21203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21204
Key:

Data

{'content': 'dive and swim across'}