Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διακλέπτω
διακληρονομέω
διακληρόω
διακλήρωσις
διακλίνω
διάκλισις
διακλονέω
διακλύζω
διάκλυσμα
διακλυσμός
διακναίω
διακνίζω
διακοιλαίνω
διάκοιλος
διακοινοποιέω
διακολακεύομαι
διακολάπτω
διακολλάω
διακόλλημα
διακόλλησις
διακολυμβάω
View word page
διακναίω
to scrape to nothing

ShortDef

to scrape to nothing

Debugging

Headword:
διακναίω
Headword (normalized):
διακναίω
Headword (normalized/stripped):
διακναιω
IDX:
21193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21194
Key:

Data

{'content': 'to scrape to nothing'}