Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαιτηματώδης
διαιτήσιμος
διαίτησις
διαιτητέον
διαιτητήριον
διαιτητής
διαιτητικός
διαιτοχορηγία
διαιωνίζω
διαιώνιος
διαιωρέομαι
διακαής
διακαθαίρω
διακαθαρίζω
διακάθαρσις
διακαθαρτέον
διακαθέζομαι
διακάθημαι
διακαθιζάνω
διακαθίζω
διακαινίζομαι
View word page
διαιωρέομαι
float about, move to and fro

ShortDef

float about, move to and fro

Debugging

Headword:
διαιωρέομαι
Headword (normalized):
διαιωρέομαι
Headword (normalized/stripped):
διαιωρεομαι
IDX:
21108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21109
Key:

Data

{'content': 'float about, move to and fro'}