Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δίαιτα
διαιτάριος
διαιτάρχης
διαιτάω
διαιτέω
διαίτημα
διαιτηματώδης
διαιτήσιμος
διαίτησις
διαιτητέον
διαιτητήριον
διαιτητής
διαιτητικός
διαιτοχορηγία
διαιωνίζω
διαιώνιος
διαιωρέομαι
διακαής
διακαθαίρω
διακαθαρίζω
διακάθαρσις
View word page
διαιτητήριον
the dwelling rooms of a house
ShortDef
the dwelling rooms of a house
Debugging
Headword:
διαιτητήριον
Headword (normalized):
διαιτητήριον
Headword (normalized/stripped):
διαιτητηριον
IDX:
21102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21103
Key:
Data
{'content': 'the dwelling rooms of a house'}