Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαΐσσω
διαϊστόω
δίαιτα
διαιτάριος
διαιτάρχης
διαιτάω
διαιτέω
διαίτημα
διαιτηματώδης
διαιτήσιμος
διαίτησις
διαιτητέον
διαιτητήριον
διαιτητής
διαιτητικός
διαιτοχορηγία
διαιωνίζω
διαιώνιος
διαιωρέομαι
διακαής
διακαθαίρω
View word page
διαίτησις
way of life

ShortDef

way of life

Debugging

Headword:
διαίτησις
Headword (normalized):
διαίτησις
Headword (normalized/stripped):
διαιτησις
IDX:
21100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21101
Key:

Data

{'content': 'way of life'}