Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἱματοσπόδητος
αἱματοσταγής
αἱματοσφαγής
αἱματουργός
αἱματόφυρτος
αἱματοχαρής
αἱματοχάρμης
αἱματόω
αἱματώδης
αἱματωπός
αἱμάτωσις
αἱματώψ
αἱμηρός
Αἰμίλιος
αἱμνίον
αἱμοβαρής
αἱμοβαφής
αἱμοβόρος
αἱμοβότος
αἱμοδαιτέω
αἱμόδιψος
View word page
αἱμάτωσις
changing into blood

ShortDef

changing into blood

Debugging

Headword:
αἱμάτωσις
Headword (normalized):
αἱμάτωσις
Headword (normalized/stripped):
αιματωσις
IDX:
2109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2110
Key:

Data

{'content': 'changing into blood'}