Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαισθάνομαι
διαίσθησις
διαίσιον
διαΐσσω
διαϊστόω
δίαιτα
διαιτάριος
διαιτάρχης
διαιτάω
διαιτέω
διαίτημα
διαιτηματώδης
διαιτήσιμος
διαίτησις
διαιτητέον
διαιτητήριον
διαιτητής
διαιτητικός
διαιτοχορηγία
διαιωνίζω
διαιώνιος
View word page
διαίτημα
rules of life, a mode or course of life

ShortDef

rules of life, a mode or course of life

Debugging

Headword:
διαίτημα
Headword (normalized):
διαίτημα
Headword (normalized/stripped):
διαιτημα
IDX:
21097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21098
Key:

Data

{'content': 'rules of life, a mode or course of life'}