Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἱματόρρυτος
αἱματοσπόδητος
αἱματοσταγής
αἱματοσφαγής
αἱματουργός
αἱματόφυρτος
αἱματοχαρής
αἱματοχάρμης
αἱματόω
αἱματώδης
αἱματωπός
αἱμάτωσις
αἱματώψ
αἱμηρός
Αἰμίλιος
αἱμνίον
αἱμοβαρής
αἱμοβαφής
αἱμοβόρος
αἱμοβότος
αἱμοδαιτέω
View word page
αἱματωπός
bloody to behold

ShortDef

bloody to behold

Debugging

Headword:
αἱματωπός
Headword (normalized):
αἱματωπός
Headword (normalized/stripped):
αιματωπος
IDX:
2108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2109
Key:

Data

{'content': 'bloody to behold'}