Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαθρύπτω
διαθρῴσκω
διάθυρα
διαθωκέω
διαΐγδην
διαίθομαι
διαιθριάζω
δίαιθρος
διαιθύσσω
δίαιμος
διαινέω
διαίνω
Δίαιξις
διαιολάω
διαιρέσιμος
διαίρεσις
διαιρετέον
διαιρέτης
διαιρετικός
διαιρετός
διαιρέω
View word page
διαινέω
decree, resolve

ShortDef

decree, resolve

Debugging

Headword:
διαινέω
Headword (normalized):
διαινέω
Headword (normalized/stripped):
διαινεω
IDX:
21074
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21075
Key:

Data

{'content': 'decree, resolve'}