Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαθρέω
διάθρησις
διαθριαμβεύω
διαθροέω
διαθροίζω
διαθρυλέω
διαθρύπτω
διαθρῴσκω
διάθυρα
διαθωκέω
διαΐγδην
διαίθομαι
διαιθριάζω
δίαιθρος
διαιθύσσω
δίαιμος
διαινέω
διαίνω
Δίαιξις
διαιολάω
διαιρέσιμος
View word page
διαΐγδην
bursting through

ShortDef

bursting through

Debugging

Headword:
διαΐγδην
Headword (normalized):
διαΐγδην
Headword (normalized/stripped):
διαιγδην
IDX:
21068
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21069
Key:

Data

{'content': 'bursting through'}