Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαθολόω
διαθορυβέω
διάθραυστος
διαθραύω
διαθρέω
διάθρησις
διαθριαμβεύω
διαθροέω
διαθροίζω
διαθρυλέω
διαθρύπτω
διαθρῴσκω
διάθυρα
διαθωκέω
διαΐγδην
διαίθομαι
διαιθριάζω
δίαιθρος
διαιθύσσω
δίαιμος
διαινέω
View word page
διαθρύπτω
to break in sunder, break in pieces, shiver

ShortDef

to break in sunder, break in pieces, shiver

Debugging

Headword:
διαθρύπτω
Headword (normalized):
διαθρύπτω
Headword (normalized/stripped):
διαθρυπτω
IDX:
21064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21065
Key:

Data

{'content': 'to break in sunder, break in pieces, shiver'}