Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαθετήρ
διαθέτης
διαθετικός
διαθέω
διαθεωρέω
διαθήκη
διαθηκημιαῖος
διαθηκογράφος
διαθηράω
διαθιγή
διαθλάω
διαθλεύω
διαθλητέον
διαθολόω
διαθορυβέω
διάθραυστος
διαθραύω
διαθρέω
διάθρησις
διαθριαμβεύω
διαθροέω
View word page
διαθλάω
break in pieces
ShortDef
break in pieces
Debugging
Headword:
διαθλάω
Headword (normalized):
διαθλάω
Headword (normalized/stripped):
διαθλαω
IDX:
21051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21052
Key:
Data
{'content': 'break in pieces'}