Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαζηλοτυπέομαι
διάζησις
διαζητέω
διαζήτησις
διάζομαι
διαζυγή
διαζύγιον
διαζωγραφέω
διάζωμα
διαζωμεύω
διαζώνη
διαζώννυμι
διάζωσις
διαζωστήρ
διαζωτικός
διάημι
διαθαλασσεύω
διαθάλπω
διαθαρρέω
διαθγίβω
διαθεάομαι
View word page
διαζώνη
girdle

ShortDef

girdle

Debugging

Headword:
διαζώνη
Headword (normalized):
διαζώνη
Headword (normalized/stripped):
διαζωνη
IDX:
21018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21019
Key:

Data

{'content': 'girdle'}