Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαζηλεύομαι
διαζηλοτυπέομαι
διάζησις
διαζητέω
διαζήτησις
διάζομαι
διαζυγή
διαζύγιον
διαζωγραφέω
διάζωμα
διαζωμεύω
διαζώνη
διαζώννυμι
διάζωσις
διαζωστήρ
διαζωτικός
διάημι
διαθαλασσεύω
διαθάλπω
διαθαρρέω
διαθγίβω
View word page
διαζωμεύω
make into soup

ShortDef

make into soup

Debugging

Headword:
διαζωμεύω
Headword (normalized):
διαζωμεύω
Headword (normalized/stripped):
διαζωμευω
IDX:
21017
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21018
Key:

Data

{'content': 'make into soup'}