Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαδυτικός
διαδωρέομαι
διαειδής
διαείδομαι
διαείδω
διαείδω2
διαείρω
διαέριος
διαζάω
διάζευγμα
διαζεύγνυμι
διαζευκτικός
διάζευξις
διαζέω
διαζηλεύομαι
διαζηλοτυπέομαι
διάζησις
διαζητέω
διαζήτησις
διάζομαι
διαζυγή
View word page
διαζεύγνυμι
part, separate
ShortDef
part, separate
Debugging
Headword:
διαζεύγνυμι
Headword (normalized):
διαζεύγνυμι
Headword (normalized/stripped):
διαζευγνυμι
IDX:
21003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21004
Key:
Data
{'content': 'part, separate'}