Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαδορατισμός
διάδοσις
διαδοτέος
διαδότης
διαδοχή
διαδοχικός
διάδοχος
διαδραματίζω
διαδρασιπολίτης
διάδρασις
διαδράσσομαι
διαδρηπετεύω
διαδρηστεύω
διαδρομή
διάδρομος
διαδυναστεύω
διαδύνω
διάδυσις
διαδυτικός
διαδωρέομαι
διαειδής
View word page
διαδράσσομαι
seize hold of

ShortDef

seize hold of

Debugging

Headword:
διαδράσσομαι
Headword (normalized):
διαδράσσομαι
Headword (normalized/stripped):
διαδρασσομαι
IDX:
20985
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20986
Key:

Data

{'content': 'seize hold of'}