Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάδομα
διαδοξάζω
διαδορατίζομαι
διαδορατισμός
διάδοσις
διαδοτέος
διαδότης
διαδοχή
διαδοχικός
διάδοχος
διαδραματίζω
διαδρασιπολίτης
διάδρασις
διαδράσσομαι
διαδρηπετεύω
διαδρηστεύω
διαδρομή
διάδρομος
διαδυναστεύω
διαδύνω
διάδυσις
View word page
διαδραματίζω
finish acting a play

ShortDef

finish acting a play

Debugging

Headword:
διαδραματίζω
Headword (normalized):
διαδραματίζω
Headword (normalized/stripped):
διαδραματιζω
IDX:
20982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20983
Key:

Data

{'content': 'finish acting a play'}