Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαδέω
διαδηλέομαι
διάδηλος
διαδηλόω
διάδημα
διαδηματίζομαι
διαδηματοφόρος
διαδιδράσκω
διαδίδωμι
διαδικάζω
διαδικαιόω
διαδικασία
διαδίκασμα
διαδικασμός
διαδικέω
διαδικέω2
διαδιφρεύω
διαδοιδυκίζω
διαδοκέω
διαδοκιμάζω
διαδοκίς
View word page
διαδικαιόω
to justify an action

ShortDef

to justify an action

Debugging

Headword:
διαδικαιόω
Headword (normalized):
διαδικαιόω
Headword (normalized/stripped):
διαδικαιοω
IDX:
20961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20962
Key:

Data

{'content': 'to justify an action'}