Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάδεσμα
διαδεσμέω
διάδεσμος
διαδετέον
διάδετος
διαδέχομαι
διαδέω
διαδηλέομαι
διάδηλος
διαδηλόω
διάδημα
διαδηματίζομαι
διαδηματοφόρος
διαδιδράσκω
διαδίδωμι
διαδικάζω
διαδικαιόω
διαδικασία
διαδίκασμα
διαδικασμός
διαδικέω
View word page
διάδημα
a band

ShortDef

a band

Debugging

Headword:
διάδημα
Headword (normalized):
διάδημα
Headword (normalized/stripped):
διαδημα
IDX:
20955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20956
Key:

Data

{'content': 'a band'}