Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαδέρω
διάδεσις
διάδεσμα
διαδεσμέω
διάδεσμος
διαδετέον
διάδετος
διαδέχομαι
διαδέω
διαδηλέομαι
διάδηλος
διαδηλόω
διάδημα
διαδηματίζομαι
διαδηματοφόρος
διαδιδράσκω
διαδίδωμι
διαδικάζω
διαδικαιόω
διαδικασία
διαδίκασμα
View word page
διάδηλος
distinguishable among others

ShortDef

distinguishable among others

Debugging

Headword:
διάδηλος
Headword (normalized):
διάδηλος
Headword (normalized/stripped):
διαδηλος
IDX:
20953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20954
Key:

Data

{'content': 'distinguishable among others'}