Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Διαγόρας
διαγόρευσις
διαγορεύω
διάγραμμα
διαγραμμίζω
διαγραμμισμός
διαγραπτέον
διάγραπτος
διαγραφεύς
διαγραφή
διαγράφω
διαγρηγορέω
διαγρυπνέω
διαγρυπνητής
διάγυιος
διαγυμνάζω
διαγυμνόω
διάγω
διαγωγεύς
διαγωγή
διαγωγικός
View word page
διαγράφω
to mark out by lines, delineate

ShortDef

to mark out by lines, delineate

Debugging

Headword:
διαγράφω
Headword (normalized):
διαγράφω
Headword (normalized/stripped):
διαγραφω
IDX:
20914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20915
Key:

Data

{'content': 'to mark out by lines, delineate'}