Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαγνωστικός
διαγνωστός
διαγογγύζω
Διαγόρας
διαγόρευσις
διαγορεύω
διάγραμμα
διαγραμμίζω
διαγραμμισμός
διαγραπτέον
διάγραπτος
διαγραφεύς
διαγραφή
διαγράφω
διαγρηγορέω
διαγρυπνέω
διαγρυπνητής
διάγυιος
διαγυμνάζω
διαγυμνόω
διάγω
View word page
διάγραπτος
struck out of the list

ShortDef

struck out of the list

Debugging

Headword:
διάγραπτος
Headword (normalized):
διάγραπτος
Headword (normalized/stripped):
διαγραπτος
IDX:
20911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20912
Key:

Data

{'content': 'struck out of the list'}