Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαγκυλίζομαι
διαγκυλόομαι
διάγκυλος
διαγκωνίζομαι
διαγκωνισμός
διαγλαύσσω
διαγλάφω
διάγλυμμα
διάγλυπτος
διαγλυφή
διάγλυφος
διαγλύφω
διαγνοέω
διάγνοια
διαγνώμη
διαγνωμονέω
διαγνώμων
διαγνωρίζω
διάγνωσις
διαγνωστέον
διαγνώστης
View word page
διάγλυφος
hollowed out, coffered

ShortDef

hollowed out, coffered

Debugging

Headword:
διάγλυφος
Headword (normalized):
διάγλυφος
Headword (normalized/stripped):
διαγλυφος
IDX:
20890
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20891
Key:

Data

{'content': 'hollowed out, coffered'}