Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαγιγγράζω
διαγίγνομαι
διαγιγνώσκω
διαγινώσκω
διαγκυλίζομαι
διαγκυλόομαι
διάγκυλος
διαγκωνίζομαι
διαγκωνισμός
διαγλαύσσω
διαγλάφω
διάγλυμμα
διάγλυπτος
διαγλυφή
διάγλυφος
διαγλύφω
διαγνοέω
διάγνοια
διαγνώμη
διαγνωμονέω
διαγνώμων
View word page
διαγλάφω
to scoop out

ShortDef

to scoop out

Debugging

Headword:
διαγλάφω
Headword (normalized):
διαγλάφω
Headword (normalized/stripped):
διαγλαφω
IDX:
20886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20887
Key:

Data

{'content': 'to scoop out'}