Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαβλέπω
διάβλημα
διαβλητικός
διαβλήτωρ
διαβλύζω
διαβοάω
διαβόησις
διαβόητος
διαβολή
διαβολικός
διάβολος
διαβόρειος
διαβόρος
διαβόσκω
διαβοστρυχόομαι
διαβουκολέω
διαβουλεύω
διαβούλιον
διαβουνίν
διαβραβεύω
διάβραγχος
View word page
διάβολος
slanderous, backbiting

ShortDef

slanderous, backbiting

Debugging

Headword:
διάβολος
Headword (normalized):
διάβολος
Headword (normalized/stripped):
διαβολος
IDX:
20837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20838
Key:

Data

{'content': 'slanderous, backbiting'}