Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαβλάστησις
διαβλέπω
διάβλημα
διαβλητικός
διαβλήτωρ
διαβλύζω
διαβοάω
διαβόησις
διαβόητος
διαβολή
διαβολικός
διάβολος
διαβόρειος
διαβόρος
διαβόσκω
διαβοστρυχόομαι
διαβουκολέω
διαβουλεύω
διαβούλιον
διαβουνίν
διαβραβεύω
View word page
διαβολικός
slanderous

ShortDef

slanderous

Debugging

Headword:
διαβολικός
Headword (normalized):
διαβολικός
Headword (normalized/stripped):
διαβολικος
IDX:
20836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20837
Key:

Data

{'content': 'slanderous'}