Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαβιβασμός
διαβιβαστικός
διαβιβρώσκω
διαβιόω
διαβιωτέον
διαβλαστάνω
διαβλάστησις
διαβλέπω
διάβλημα
διαβλητικός
διαβλήτωρ
διαβλύζω
διαβοάω
διαβόησις
διαβόητος
διαβολή
διαβολικός
διάβολος
διαβόρειος
διαβόρος
διαβόσκω
View word page
διαβλήτωρ
slanderer
ShortDef
slanderer
Debugging
Headword:
διαβλήτωρ
Headword (normalized):
διαβλήτωρ
Headword (normalized/stripped):
διαβλητωρ
IDX:
20830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20831
Key:
Data
{'content': 'slanderer'}