Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δῆρις
δηρόβιος
δηρός
Δηρουσιαῖος
δησισταχύς
δῆτα
δητός
δητός2
Δηώ
δήω
δήω2
Δηῷος
δήωσις
Δία
διά
διαβαδίζω
διαβάθρα
διάβαθρον
διαβαίνω
διαβάλλω
διαβαπτίζομαι
View word page
δήω2
burn

ShortDef

to find, meet with
burn

Debugging

Headword:
δήω2
Headword (normalized):
δήω
Headword (normalized/stripped):
δηω2
IDX:
20786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20787
Key:

Data

{'content': 'burn'}