Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δημοσώστης
δημοτελής
δημότερος
δημοτερπής
δημοτεύομαι
δημότης
δημοτικός
Δημοῦχος
δημοῦχος
δημοφανής
δημοφθόρος
Δημοφῶν
Δημοχάρης
δημοχαρής
δημοχαριστής
δημοχαριστικῶς
Δημώ
δημώδης
δημώλης
δήμωμα
δημωφελής
View word page
δημοφθόρος
ruining the people

ShortDef

ruining the people

Debugging

Headword:
δημοφθόρος
Headword (normalized):
δημοφθόρος
Headword (normalized/stripped):
δημοφθορος
IDX:
20749
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20750
Key:

Data

{'content': 'ruining the people'}