Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δημόθροος
δημοκηδής
Δημοκήδης
δημοκλίναρχος
δημόκοινος
δημοκόλαξ
δημοκοπέω
δημοκόπημα
δημοκοπία
δημοκοπικός
δημοκόπος
Δημοκόων
δημόκραντος
δημοκρατέομαι
Δημοκράτης
δημοκρατία
δημοκρατίζω
δημοκρατικός
Δημοκρίτειοι
Δημόκριτος
δημολάλητος
View word page
δημοκόπος
a demagogue

ShortDef

a demagogue

Debugging

Headword:
δημοκόπος
Headword (normalized):
δημοκόπος
Headword (normalized/stripped):
δημοκοπος
IDX:
20700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20701
Key:

Data

{'content': 'a demagogue'}