Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δημογέρων
Δημόδοκος
δημοεγερτής
δημοειδής
δημόθεν
δημοθοινέω
δημοθοινία
δημόθροος
δημοκηδής
Δημοκήδης
δημοκλίναρχος
δημόκοινος
δημοκόλαξ
δημοκοπέω
δημοκόπημα
δημοκοπία
δημοκοπικός
δημοκόπος
Δημοκόων
δημόκραντος
δημοκρατέομαι
View word page
δημοκλίναρχος
president of a municipal religious association

ShortDef

president of a municipal religious association

Debugging

Headword:
δημοκλίναρχος
Headword (normalized):
δημοκλίναρχος
Headword (normalized/stripped):
δημοκλιναρχος
IDX:
20693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20694
Key:

Data

{'content': 'president of a municipal religious association'}