Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δημητριάς
Δημητριασταί
Δημήτριον
Δημήτριος
Δημητριών
δημίδιον
δημίζω
δημιοπληθής
δημιόπρατα
δήμιος
δημιουργεῖον
δημιουργέω
δημιούργημα
δημιουργία
δημιουργικός
δημιούργιον
δημιουργίς
δημιουργός
δημοβόητος
δημοβορέω
δημοβόρος
View word page
δημιουργεῖον
work-place

ShortDef

work-place

Debugging

Headword:
δημιουργεῖον
Headword (normalized):
δημιουργεῖον
Headword (normalized/stripped):
δημιουργειον
IDX:
20672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20673
Key:

Data

{'content': 'work-place'}