Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δημήτηρ
Δημήτρειοι
Δημητριακός
Δημητριάς
Δημητριασταί
Δημήτριον
Δημήτριος
Δημητριών
δημίδιον
δημίζω
δημιοπληθής
δημιόπρατα
δήμιος
δημιουργεῖον
δημιουργέω
δημιούργημα
δημιουργία
δημιουργικός
δημιούργιον
δημιουργίς
δημιουργός
View word page
δημιοπληθής
abounding in public

ShortDef

abounding in public

Debugging

Headword:
δημιοπληθής
Headword (normalized):
δημιοπληθής
Headword (normalized/stripped):
δημιοπληθης
IDX:
20669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20670
Key:

Data

{'content': 'abounding in public'}