Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δηκτικός
δηλαδή
δηλέομαι
δηλέομαι2
δηληγατεύω
δήλημα
δηλήμων
δήλησις
δηλητήρ
δηλητήριος
δηλητηριώδης
Δηλιακός
Δηλιάς
Δήλιον
Δήλιος
Δηλογενής
δηλονότι
δηλοποιέω
Δῆλος
δῆλος
δηλοφανής
View word page
δηλητηριώδης
noxious

ShortDef

noxious

Debugging

Headword:
δηλητηριώδης
Headword (normalized):
δηλητηριώδης
Headword (normalized/stripped):
δηλητηριωδης
IDX:
20618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20619
Key:

Data

{'content': 'noxious'}