Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἴκισμα
αἰκισμός
αἰκιστικός
αἰκίστρια
αἶκλον
ἀϊκτήρ
ἄϊκτος
αἴλινος
αἰλουροβοσκός
αἰλουροπρόσωπος
αἴλουρος
αἰλουροτάφος
αἰλουρόφθαλμος
αἷμα
αἱμαγμός
αἱμαγωγός
αἱμακουρία
αἱμακτικός
αἱμακτός
αἱμαλέος
αἱμαλωπιάω
View word page
αἴλουρος
a cat
ShortDef
a cat
Debugging
Headword:
αἴλουρος
Headword (normalized):
αἴλουρος
Headword (normalized/stripped):
αιλουρος
IDX:
2058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2059
Key:
Data
{'content': 'a cat'}