Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰκίζω
αἴκισμα
αἰκισμός
αἰκιστικός
αἰκίστρια
αἶκλον
ἀϊκτήρ
ἄϊκτος
αἴλινος
αἰλουροβοσκός
αἰλουροπρόσωπος
αἴλουρος
αἰλουροτάφος
αἰλουρόφθαλμος
αἷμα
αἱμαγμός
αἱμαγωγός
αἱμακουρία
αἱμακτικός
αἱμακτός
αἱμαλέος
View word page
αἰλουροπρόσωπος
cat faced

ShortDef

cat faced

Debugging

Headword:
αἰλουροπρόσωπος
Headword (normalized):
αἰλουροπρόσωπος
Headword (normalized/stripped):
αιλουροπροσωπος
IDX:
2057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2058
Key:

Data

{'content': 'cat faced'}