Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δευτερεύω
δευτεριάζω
δευτερίας
δευτέριος
δευτεροβόλος
δευτερογενής
δευτερόγονος
δευτεροδέομαι
δευτεροκοιτέω
δευτερόλεπτον
δευτερολογέω
δευτερολογία
δευτερολόγος
δευτερονόμιον
δευτεροπάθεια
δευτερόπρωτον
δεύτερος
δευτεροστάτης
δευτεροστολιστής
δευτεροστρατηλατιανοί
δευτεροταγής
View word page
δευτερολογέω
speak a second time

ShortDef

speak a second time

Debugging

Headword:
δευτερολογέω
Headword (normalized):
δευτερολογέω
Headword (normalized/stripped):
δευτερολογεω
IDX:
20551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20552
Key:

Data

{'content': 'speak a second time'}