Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δευτεραῖος
δευτερεῖος
δευτερέσχατος
δευτερεύω
δευτεριάζω
δευτερίας
δευτέριος
δευτεροβόλος
δευτερογενής
δευτερόγονος
δευτεροδέομαι
δευτεροκοιτέω
δευτερόλεπτον
δευτερολογέω
δευτερολογία
δευτερολόγος
δευτερονόμιον
δευτεροπάθεια
δευτερόπρωτον
δεύτερος
δευτεροστάτης
View word page
δευτεροδέομαι
to be secondary, produced by repetition

ShortDef

to be secondary, produced by repetition

Debugging

Headword:
δευτεροδέομαι
Headword (normalized):
δευτεροδέομαι
Headword (normalized/stripped):
δευτεροδεομαι
IDX:
20548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20549
Key:

Data

{'content': 'to be secondary, produced by repetition'}