Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεσπότις
δετέον
δετή
δέτις
δετός
Δευκαλίδης
Δευκαλίων
δεῦμα
δεῦρο
δεύσιμος
δευσοποιέω
δευσοποιία
δευσοποιός
δευσορούσιος
δεύτατος
δεῦτε
δευτεραγωνιστέω
δευτεραγωνιστής
δευτεραῖος
δευτερεῖος
δευτερέσχατος
View word page
δευσοποιέω
dye, stain

ShortDef

dye, stain

Debugging

Headword:
δευσοποιέω
Headword (normalized):
δευσοποιέω
Headword (normalized/stripped):
δευσοποιεω
IDX:
20530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20531
Key:

Data

{'content': 'dye, stain'}