Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δεσμός
δεσμοφυλακεία
δεσμοφυλάκειον
δεσμοφύλαξ
δέσμωμα
δεσμωμα
δεσμωτήριον
δεσμώτης
δεσπόζω
δέσποινα
δεσποινικός
Δεσποσιοναῦται
δεσπόσιος
δέσποσμα
δεσποστός
δεσποσύνη
δεσπόσυνος
δεσπότας
δεσποτεία
δεσπότειρα
δεσποτεύω
View word page
δεσποινικός
belonging to the Imperial household
ShortDef
belonging to the Imperial household
Debugging
Headword:
δεσποινικός
Headword (normalized):
δεσποινικός
Headword (normalized/stripped):
δεσποινικος
IDX:
20506
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20507
Key:
Data
{'content': 'belonging to the Imperial household'}