Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δέσμα
δεσμευτής
δεσμευτικός
δεσμεύω
δεσμέω
δέσμη
δεσμίας
δεσμίδιον
δέσμιος
δεσμόβροχος
δεσμός
δεσμοφυλακεία
δεσμοφυλάκειον
δεσμοφύλαξ
δέσμωμα
δεσμωμα
δεσμωτήριον
δεσμώτης
δεσπόζω
δέσποινα
δεσποινικός
View word page
δεσμός
anything for binding, a band, bond

ShortDef

anything for binding, a band, bond

Debugging

Headword:
δεσμός
Headword (normalized):
δεσμός
Headword (normalized/stripped):
δεσμος
IDX:
20496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20497
Key:

Data

{'content': 'anything for binding, a band, bond'}