Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δερμότυλον
δέρξις
δεροεργής
δέρος
δερριδόγομφος
δέρρις
Δέρρις
δερτόν
δέρτρον
δέρω
δέσις
δέσμα
δεσμευτής
δεσμευτικός
δεσμεύω
δεσμέω
δέσμη
δεσμίας
δεσμίδιον
δέσμιος
δεσμόβροχος
View word page
δέσις
binding together
ShortDef
binding together
Debugging
Headword:
δέσις
Headword (normalized):
δέσις
Headword (normalized/stripped):
δεσις
IDX:
20485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20486
Key:
Data
{'content': 'binding together'}